- συγκεκριμένη μουσική
- Μουσική που αξιοποιεί, σύμφωνα με ορισμένες θεωρητικές και τεχνικές αρχές, όλες τις πιθανές ηχητικές πηγές. θεωρήθηκε εξέλιξη της κληρονομιάς που άφησε ο Άντον Βέμπερν και είναι αντικείμενο, από το 1948, των πρώτων πειραματισμών και μιας πρώτης θεωρητικής αντιμετώπισης στη δραστηριότητα της Σχολής Πειραματικής Μουσικής, συγκεντρωμένης γύρω από τον Πιερ Σέφερ, στη γαλλική ραδιοφωνία. Με ένα μαγνητόφωνο, ο μουσουργός εγγράφει ήχους και πραγματικούς θορύβους: είτε ήχους, που μεταδίνουν οι μηχανές, τα αντικείμενα ή η φύση, είτε αυτούς που παράγουν τα παραδοσιακά όργανα της ορχήστρας. Το ηχητικό αυτό υλικό μετασχηματίζεται κατά διάφορους τρόπους: με επιβράδυνση, με επίσπευση, με ρυθμικά σπασίματα, με ηχητικό φιλτράρισμα, για να δημιουργηθεί, σύμφωνα με μια αισθητική αντίληψη, η σύνθεση. Η θεωρητική βάση της συγκεκριμένης μουσικής είναι, ότι «κάθε μουσική είναι και μια διαλεκτική της διάρκειας, που γίνεται αντιληπτή από φαινόμενα και υποτάσσεται σε αποκλειστικά αισθητικές απαιτήσεις». Ο πρώτος πειραματισμός συγκεκριμένης μουσικής έγινε από το Σέφερ, ο οποίος χρησιμοποίησε τους θορύβους τρένων που έκαναν ελιγμούς στον σταθμό Μπατινιόλ του Παρισιού: πήρε τον τίτλο Σπουδή με σιδηροδρόμους (Etude aux chemins defer). Το 1953 ο Σέφερ, ύστερα από τις πολεμικές που έγιναν σχετικά με τον ορισμό της συγκεκριμένης μουσικής - musique concrète, αποφάσισε να χαρακτηρίσει ως πειραματική μουσική (musique expérimentale) τις αναζητήσεις της ομάδας του, και με την ευκαιρία επιχείρησε να αποδείξει ότι οι αναζητήσεις αυτές μπορούσε να αποτελέσουν τη βάση για μια ολική αναθεώρηση της μουσικής. Πρόδρομοι του Σαίφερ ήταν ο φουτουριστής Λουίτζι Ρούσολο, δημιουργός διάφορων πειραματισμών με το «θορυβότονό» του, ο Πάουλ Χίντεμιτ και ο Ερνστ Τοχ με τη Μουσική γραμμόφωνου. Στο πεδίο αυτό πειραματισμού εργάστηκαν οι Νταριούς Μιλό, Εντγκάρ Βαρέζ, Χέρμαν Σέρχεν, Ολιβιέ Μεσιάν, Πολ Avρί, Πιερ Μπουλέζ, Λουτσιάνο Μπέριο, Λουΐτζι Νόνο και Μπρούνο Μαντέρνα.
Dictionary of Greek. 2013.